Κτηνοτροφία

Η κτηνοτροφία, που περιοριζόταν κυρίως στην εκτροφή προβάτων, ήταν ένα από τα επαγγέλματα που απασχολούσαν μερικούς από τους κατοίκους του χωριού. Σήμερα, οι πολύ λίγοι που συνέχισαν να ασχολούνται με την κτηνοτροφία διατηρούν σύγχρονες κτηνοτροφικές μονάδες σε μια περιοχή που έχει καθοριστεί ως κτηνοτροφική περιοχή.Ως τη δεκαετία του 60 οι μάντρες βρίσκονταν μέσα στο χωριό, δίπλα από το σπίτι του κάθε βοσκού. Το επάγγελμα συνήθως ήταν οικογενειακό, αφού ο γιος έπαιρνε το κοπάδι από τον πατέρα, όπως συνέβηκε και με το Ζαχαρία Γιακουμή, που συνέχισε το επάγγελμα του πατέρα του, του Γιακουμή του Ζαχαρκά. Ο ίδιος έβοσκε τα πρόβατα της οικογένειας από 8 χρονών και όταν έγινε 15 χρονών πήγε «μισταρκός», μπήκε δηλαδή στη δούλεψη κάποιου πιο πλούσιου, για να βόσκει το κοπάδι του και να πληρώνεται. Το μεροκάματο του ήταν τρία γρόσια ή ριάλια (ένα σελίνι είχε 9 ριάλια), αλλά ο πατέρας του προτιμούσε να τα παίρνει σε είδος και έτσι έπαιρνε το αντίτιμο του μισθού του σε σιτάρι, για να καλύψει μέρος των αναγκών της οικογένειάς του. Ο πατέρας του, διηγείται επίσης ο Ζαχαρίας, που κι αυτός ήταν «μισταρκός» όταν ήταν μικρός, έπαιρνε δύο λίρες το χρόνο, μαζί με ένα γιλέκο κι ένα ζευγάρι «ποδίνες». Άλλοι γνωστοί βοσκοί στο Φρέναρος στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν ο Βασίλης του Παντελή, ο Λούκας του Σακάτου (Στραόλουκας), ο Περικλής, ο Κουτούνας και ο Γιασουμάκος. Απαραίτητα χρειώδη για ένα βοσκό ήταν η «βούρκα» και η «βέρκα».Τα μεγάλα κοπάδια είχαν περίπου 100 πρόβατα. Κατά την Αγγλοκρατία, με νόμο του 1933, η Κυβέρνηση χορηγούσε άδεια για 80 πρόβατα σε κάθε βοσκό και απαγορευόταν αυστηρά να βόσκει περισσότερα πρόβατα από τον αριθμό που προνοούσε η άδειά του. Μπορούσε να πάρει άδεια για περισσότερα πρόβατα αν είχε και ένα βοηθό, μισταρκό, μαζί του. Έπρεπε επίσης κάθε βοσκός που έβγαζε τα πρόβατά του για βοσκή, να έχει μαζί του, μέσα στη βούρκα, την άδειά του και να έχει στερεωμένο, πάνω στον αριστερό βραχίονα, ένα διακριτικό, ένα μπρούντζινο σήμα, το «νισιάνι».

Οι γυναίκες των βοσκών, οι «βόσιενες» ασχολούνταν συνήθως με την παρασκευή χαλουμιών και άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων με το γάλα που έπαιρναν από το κοπάδι. Αν κάποιος βοσκός ήθελε να πουλήσει το γάλα που έπαιρνε από το κοπάδι, το πωλούσε στο γαλατάρη, όπως ο Θεωρής του Τούρου, που το μεταπουλούσε στο Βαρώσι.

Ο Ζαχαρίας Γιακουμή, εκτός από βοσκός, είναι γνωστός ανάμεσα στους κατοίκους του χωριού για την ικανότητά του να προβλέπει τον καιρό. Η πρόβλεψη του καιρού είναι μια τέχνη, όπως την χαρακτηρίζει ο ίδιος, που την έμαθε από έναν άλλο βοσκό, τον Σέρκη του Νικολή, και στηρίζεται βασικά στα «μηναλλάγια», δηλαδή σε παρατηρήσεις για τον καιρό που γίνονται το καλοκαίρι. Κάθε μέρα του καλοκαιριού αντιστοιχεί με μια μέρα του χειμώνα, σε έξι μήνες ακριβώς. Όταν το καλοκαίρι παρατηρείται πολύ ζεστός και υγρός καιρός, προβλέπεται πως την αντίστοιχη μέρα, μετά από έξι μήνες ο καιρός θα είναι ταραγμένος και πιθανόν να έχει βροχές.

Πηγές:Διπλωματική Εργασία Μαριάννας Σιοπαχά "Φρέναρος Ιστορία και Πολιτισμός" Οι πληροφορίες για τις θεριστικές μηχανές δόθηκαν από το Μιχάλη Χατζηλευτέρη (Σιάηλο). Πιερίδη, Α., Φυτικές Βαφικές Ουσίες στην Κυπριακή Λαϊκή Τέχνη, στο Κυπριακή Λαϊκή Τέχνη, Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών, Λευκωσία 1991, σ. 125-126.